- αναγωγέας
- Ναυτικό όργανο τετράγωνου σχήματος, κατασκευασμένο από πλαστική διάφανη ύλη. Είναι βαθμολογημένο και στις τέσσερις πλευρές του σε μοίρες (0°-360°), από μία μοίρα κατά τη φορά των δεικτών του ρολογιού, με κοινούς χαρακτήρες στοιχείων, και κατά την αντίθετη φορά με κυρτούς χαρακτήρες. Το όργανο αυτό χρησιμοποιείται για να λυθούν ναυτιλιακά προβλήματα πλεύσης του πλοίου. Α. λέγεται και όργανο γωνιομετρικόγωνιογραφικό, που χρησιμεύει για να προσδιοριστεί η θέση σημείων πάνω σε σχέδιο ή χάρτη (τοπογραφικό ή ναυτικό) κατά τη μέθοδο των πολικών συντεταγμένων (δηλαδή με τη γωνία διεύθυνσης και την απόσταση του σημείου από τον πόλο). Αποτελείται από κανόνα και ημικύκλιο βαθμολογημένο σε μοίρες ή βαθμούς (0°-180°). Ανάλογα με την ακρίβεια που επιδιώκεται, οι α. είναι χάρτινοι, μεταλλικοί ή από διαφανή πλαστική ουσία.
* * *ο (ΑΜ ἀναγωγεύς) [ἀναγωγή]αυτός που οδηγεί κάτι από κάτω προς τα επάνωνεοελλ.αυτός που μετατρέπει κάτι στην απλούστερη μορφή τουμσν.ιμάντας για την ανάρτηση και τη μεταφορά τής ασπίδαςαρχ.στον πληθ. οἱ ἀναγωγεῑςτα λουριά με τα οποία στερεώνονταν τα σανδάλια στα πόδια.
Dictionary of Greek. 2013.